Friday, June 3, 2011

ΜΠΑΧΡΕΪΝ: Tο παρατηρητήριο του Περσικού


Εκεί όπου το αίτημα δεν είναι η καθεστωτική ανατροπή. Η σιιτική πλειοψηφεία του νησιωτικού συμπλέγματος το καθιστά ευπρόσβλητο στις ορέξεις της Τεχεράνης θέτοντας σε κίνδυνο τη ναυτική βάση των Ηνωμένων Πολιτειών.





της Αντωνίας Δήμου
Αναδημοσίευση από το Περιοδικό Στρατιωτική Ισορροπία και Γεωπολιτική, Τεύχος Μαρτίου


Η φλόγα των εξεγέρσεων στις αραβικές χώρες της Βορείου Αφρικής μετεπήδησαν στην καρδιά του εύφλεκτου τοπίου στον Περσικό Κόλπο με την εκδήλωση διαδηλώσεων στην χώρα του Μπαχρέιν. Οι διαδηλώσεις στην πλατεία Μαργαριταριού της πρωτεύουσας Μανάμα δεν ήταν αυθόρμητες και ιδεολογικό-πολιτικά ποικίλες όπως στην περίπτωση της Αιγύπτου και της Τυνησίας καθώς οργανώθηκαν αποκλειστικά από την πλειονοψηφήσασα πληθυσμιακά σιιτική κοινότητα. Βασικό ζητούμενο των σιιτών διαδηλωτών δεν αποτέλεσε η εκδίωξη του υφιστάμενου βασιλικού καθεστώτος αλλά η εδραίωση πραγματικής συνταγματικής μοναρχίας. Γεγονός είναι ότι η πραγματοποίηση διαδηλώσεων εντός της εθνικής επικράτειας της χώρας δεν αποτελεί κάτι καινούργιο, όπως επίσης ότι το καθεστώς του Μπαχρέιν στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας επιδιώκει την ελεγχόμενη μετεξέλιξή του σε μία προσπάθεια επιμήκυνσης του ιστορικού του κύκλου.


Το Μπαχρέιν αποτελεί κοιτίδα του σιιτισμού ανάμεσα στα αραβικά κράτη της περιοχής και ηγείται οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων πρωτόγνωρων στον Περσικό Κόλπο καθώς μπορεί μεν η σιιτική πλειοψηφία του Μπαχρέιν να βιώνει την άνιση πρόσβαση σε υψηλόβαθμες κυβερνητικές θέσεις και να απολαμβάνει χαμηλότερους κοινωνικό-οικονομικούς δείκτες σε σύγκριση με τη κυβερνούσα σουνιτική μειοψηφία, παρολαυτά όμως το σύνολο των πολιτών της χώρας απολαμβάνει πλήρως το δικαίωμα της ψήφου τόσο στις εθνικές όσο και τις δημοτικές εκλογές ανά τετραετία, ενώ πολιτικά κόμματα και ΜΚΟ δραστηριοποιούνται σε υψηλά επίπεδα για την περιοχή του περσικού.


Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση του Μπαχρέιν έχει υιοθετήσει ένα πείραμα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων από το 2000 το οποίο κορυφώθηκε το 2002 με τη σύνταξη συντάγματος και την επαναφορά του θεσμού των εκλεγμένων αντιπροσώπων (μάζλις αλ-ναουάμπ) ο οποίος είχε ανασταλεί τη δεκαετία του ΄70. Οι κοινοβουλευτικές εκλογές του 2006 και οι πρόσφατες του 2010 αποτέλεσαν σημαντικό βήμα εκδημοκρατισμού καθώς η σιιτική αντιπολιτευτική ομάδα Ουιφάκ συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία και απέσπασε και στις δύο αναμετρήσεις την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών θέσεων. Η σιιτική κοινότητα εκπροσωπείται από δύο κόμματα, το Ουιφάκ που ηγείται της σιιτικής πλειοψηφίας και το κόμμα αλ-Χακ που αποτελεί προϊόν κομματικής διάσπασης και το οποίο παραδοσιακά καλεί τον σιιτικό πληθυσμό της χώρας να απόσχει από την πολιτική διαδικασία και να μεταφέρει την αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στους δρόμους.


Το κόμμα Χακ του οποίου ηγείται ο Χάσαν Μεσάιμα στον οποίο προ ημερών ο βασιλιάς Χαμάντ προσέφερε αμνηστία, είναι κατά βάση έκνομο καθώς αψήφησε εξ αρχής τις προϋποθέσεις που ορίζει ο σχετικός νόμος περί λειτουργίας κομμάτων του 2005 και αντιτίθεται στην εφαρμογή του συντάγματος που θεσπίστηκε το 2002 με το αιτιολογικό ότι ακύρωσε ελευθερίες που εγγυόταν το προηγούμενο σύνταγμα του 1973, ότι ο μονάρχης το συνέταξε μονομερώς και ότι προσδίδει συνταγματική νομιμότητα και νομοθετική εξουσία στην διοριζόμενη και όχι λαϊκά εκλεγμένη Ανω Βουλή του κοινοβουλίου της χώρας. Η λαϊκή δεξαμενή του κόμματος ταυτίζεται με αυτή του Ουιφάκ και εκτιμάται ότι αποτελεί πηγή έμπνευσης της αντιδραστικής σιιτικής νεολαίας η οποία στην κυριολεξία κάθε σαββατοκύριακο κινούνταν εναντίον των δυνάμεων ασφάλειας με αυτοσχέδιες μολότοφ και ρίψεις πετρών πολύ πριν τις εκδηλώσεις του Φεβρουαρίου.


Συγκεκριμένα, από τα μέσα του 2007 σύμφωνα με την ειδησεογραφία στον τοπικό τύπο, μικρές ομάδες προερχόμενες από τις υπανάπτυκτες σιιτικές περιοχές κατά τις βραδινές ώρες προέβαιναν σε ένοπλη αντιπαράθεση με τις αστυνομικές δυνάμεις της χώρας ρίπτοντας πέτρες και αυτοσχέδιες μολότοφ. Ο τοπικός τύπος χαρακτήριζε την ένοπλη αντιπαράθεση με τις αστυνομικές δυνάμεις ως συμβάντα νεανικής παραβατικότητας αποφεύγοντας προσεκτικά την όποια αναφορά στη σιιτική τους ταυτότητα. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στη σιιτική νεολαία και τις αστυνομικές δυνάμεις πραγματοποιούνταν κυρίως τα σαββατοκύριακα στα χωριά Ζιντ Χαφς, Σάναμπις, Καρζάκαν, Ντάιχ, Σίτρα καθώς και σε γειτονιές της πόλης Χαμάντ, ενώ ομάδες αγνώστων αυτοαποκαλούμενων ως «χάλας» που μεταφράζεται ως «αρκετά» διένειμαν φυλλάδια με τα οποία ζητούσαν από τον σιιτικό πληθυσμό να διεξάγει μη αδειοδοτούμενες από την κυβέρνηση διαδηλώσεις. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι δυνάμεις ασφάλειας του Μπαχρέιν παραδοσιακά επιχειρούν με διακριτικότητα ώστε να μη διαταραχθεί η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα σε σιίτες και σουνίτες αποφεύγοντας την παρουσία σε συγκεκριμένες σιιτικές γειτονιές και προβαίνοντας σε διορισμό σιιτών μερικής απασχόλησης ως κοινοτική αστυνομία για την υποβοήθηση του έργου τους.


Οι διαδηλωτές στις πρόσφατες αναταραχές δεν έφεραν ως ζητούμενο την εκδίωξη του βασιλικού καθεστώτος αλλά την λειτουργία της συνταγματικής μοναρχίας με την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων των οποίων ο βασιλιάς είναι υπέρμαχος. Συγκεκριμένα, την ημέρα εορτασμού της 10ης επετείου από την ανάληψη της εξουσίας προ ενός περίπου έτους, ο βασιλιάς Χαμάντ ανακοίνωσε δημόσια τις προτεραιότητες της διακυβέρνησης του που αφορούν στην οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων που έχει ξεκινήσει από το 2000. Ειδικότερα, ο επικεφαλής της μοναρχίας διατύπωσε τη δέσμευση στην υλοποίηση του οικονομικού σχεδίου ανάπτυξης της κυβέρνησης με την επωνυμία «Μπαχρέιν: Οραμα 2030» το οποίο στοχεύει στην αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου όλων των πολιτών, τον οικονομικό εκσυγχρονισμό, τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις, και την επαγγελματική μετεκπαίδευση ώστε να μειωθεί η εξάρτηση της χώρας από αλλοδαπό εργατικό δυναμικό.


Επίσης επεσήμανε ότι η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει την ροή ενέργειας και δεσμεύτηκε να προβεί στις δέουσες ενέργειες για τη διασφάλιση επαρκών ενεργειακών πόρων. Προς την κατεύθυνση αυτή μάλιστα η κυβέρνηση προχώρησε σε διετείς διαπραγματεύσεις με το Ιράν για την αγορά φθηνού φυσικού αερίου αφού προηγούμενες σχετικές συζητήσεις με το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία δεν απέδωσαν. Το 2010 η κυβέρνηση του Μπαχρέιν υπέγραψε συμφωνία κοινής συνεργασίας με την Οξιντένταλ και την εταιρία Μουμπάνταλα του Αμπού Ντάμπι προκειμένου να αναπτυχθεί η παράκτια πετρελαϊκή περιοχή Αουάλι στοχεύοντας στην αύξηση της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου σε 80 χιλιάδες βαρέλια τα προσεχή πέντε έτη. Στο ίδιο μήκος κύματος και προκειμένου να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες που είναι απαραίτητες για την όποια οικονομική ανάπτυξη, το Μπαχρέιν επιδεικνύει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια.


Μέσα σε αυτό το πολιτικό κλίμα εκδηλώθηκαν οι διαδηλώσεις του Φεβρουαρίου που σηματοδοτήθηκαν από τον θάνατο εννέα διαδηλωτών και αξιοσημείωτο είναι ότι οι συμμετέχοντες δεν πρόταξαν την θρησκευτική τους ταυτότητα αλλά υιοθέτησαν σταθερή θέση έναντι του βασιλικού καθεστώτος που αφορά στη διεξαγωγή εθνικού διαλόγου. Η απώλεια των εννέα διαδηλωτών οδήγησε το κόμμα Ουιφάκ να αποχωρήσει από το κοινοβούλιο αναστέλλοντας την συμμετοχή σε αυτό και συνεργαζόμενο με επτά αντιπολιτευόμενες ομάδες κατέληξαν στην κατάρτιση λίστας αιτημάτων προς ικανοποίηση πριν την έναρξη εθνικού διαλόγου με το καθεστώς. Τα κυριότερα αιτήματα αφορούσαν στην απελευθέρωση φυλακισμένων αντικαθεστωτικών, την παραίτηση της κυβέρνησης και τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής για τα αιματηρά γεγονότα.


Το βασιλικό καθεστώς επιχείρησε να επικοινωνήσει με την αντιπολίτευση διατάσσοντας την απομάκρυνση των δυνάμεων ασφάλειας από τους δρόμους, την ανακοίνωση ότι οι ειρηνικές διαδηλώσεις είναι πλήρως αποδεκτές και εξουσιοδοτώντας τον διάδοχο Σαλμάν Μπιν Χαμάντ να ξεκινήσει διάλογο. Επίσης, ο βασιλιάς Χαμάντ χορήγησε αμνηστία σε 25 ηγετικά στελέχη της σιιτικής αντιπολίτευσης καθώς και σε εκατοντάδες σιίτες που είχαν συλληφθεί ικανοποιώντας την βασική προϋπόθεση που είχε θέσει σύσσωμη η αντιπολίτευση για την έναρξη διαλόγου. Μεταξύ αυτών που έλαβαν αμνηστία συγκαταλέγεται και ο ηγέτης του κόμματος αλ-Χακ Χάσαν Μεσάιμα ο οποίος βρίσκονταν αυτοεξόριστος στο Λονδίνο. Το σύνολο του πολιτικού κόσμου με προεξέχοντα κόμματα το σιιτικό Ουιφάκ και το σουνιτικό Ουάντ, ανταποκρίθηκε θετικά στις πολιτικές κινήσεις του καθεστώτος, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι ο βασιλιάς Χαμάντ προέβη και σε περιορισμένο ανασχηματισμό της κυβέρνησής του ανταποκρινόμενος μερικώς στο σχετικό αίτημα της αντιπολίτευσης. Συγκεκριμένα αντικατέστησε τους υπουργούς υγείας, οικιστικής πολιτικής καθώς ηλεκτρικού και ενέργειας αναδιανέμοντας επί της ουσίας ενδοκυβερνητικά την υπουργική τράπουλα δεδομένου ότι ενδεικτικά, ο πρώην υπουργός εργασίας Μαζίντ αλ-Αλάουι μετακινήθηκε στο υπουργείο οικιστικής πολιτικής και ο πρώην υπουργός εξωτερικών Νιζάρ αλ-Μπαχάρνα μετακινήθηκε στο υπουργείο υγείας.


Η αποκατάσταση της κοινωνικό-πολιτικής ηρεμίας στη χώρα είναι σημαντική καθώς πιθανή κλιμάκωση της εσωτερικής αναταραχής εκτιμάται ότι μπορεί να έχει καθοριστικό αντίκτυπο στο γεωπολιτικό εκτόπισμα του Μπαχρέιν θέτοντας υπό διακύβευση τα ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα καθώς και καταλυτική επίδραση ντόμινο στο άμεσο γειτονικό περιβάλλον. Ως γνωστόν, το Μπαχρέιν φιλοξενεί την ναυτική βάση Υποστήριξης Δραστηριοτήτων Μπαχρέιν (NSA Bahrain) καθώς και το αρχηγείο του αμερικανικού 5ου Στόλου. Στην καρδιά κυριολεκτικά του Περσικού Κόλπου, η ναυτική βάση και το αρχηγείο συνιστούν στρατηγικό πλεονέκτημα της αμερικανικής παρουσίας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή καθώς επιτρέπουν την επόπτευση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων και εμπορικών οδών, την υποστήριξη των αμερικανικών στρατευμάτων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν αλλά και την καταπολέμηση της πειρατείας στην Ερυθρά και την Αραβική θάλασσα. Σε αναγνώριση μάλιστα του Μπαχρέιν ως στρατηγικού συμμάχου για την διασφάλιση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή, το αμερικανικό Πεντάγωνο προέβη το 2010 στην παροχή στρατιωτικής βοήθειας ύψους 21 εκατ. δολαρίων προς τη χώρα.


Επιπρόσθετα, η ανατροπή της μοναρχίας στο Μπαχρέιν συνεπεία εσωτερικών αναταραχών θα μπορούσε να ασκήσει αλυσιδωτές επιδράσεις σε γειτονικά κράτη του Κόλπου τα οποία αποτελούν οργανικά μέλη ενός συστήματος ασφάλειας που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ, όπως η Σαουδική Αραβία. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι το γειτονικό Ιράν παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις προσβλέποντας στην πολιτική και θρησκευτική εκμετάλλευση της διαμορφούμενης νέας δυναμικής που σχετίζεται με την εσωτερική αποσταθεροποίηση καθεστώτων προκειμένου να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στις αραβο-μουσουλμανικές υποθέσεις. Εν προκειμένω, πιθανή ανατροπή της μοναρχίας στο Μπαχρέιν θα μπορούσε να λειτουργήσει ως εφαλτήριο των ιρανικών φιλοδοξιών που εκλαμβάνουν το Μπαχρέιν ως την 14η επαρχία του Ιράν μέσω του ισχυρού σιιτικού θρησκευτικού στοιχείου. Και τούτο διότι ποσοστό που αγγίζει το 70 τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού στο Μπαχρέιν είναι οπαδοί του σιιτισμού, ο οποίος επικράτησε στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή το 1602 με την κατάκτηση αυτής από τους Πέρσες.


Η κοινωνικό-οικονομική περιθωριοποίηση του σιιτικού πληθυσμού στο Μπαχρέιν ενισχύθηκε μετά την ιρανική επανάσταση του 1979 καθώς το σουνιτικό βασιλικό καθεστώς αλ-Χαλίφα που κυβερνά την χώρα από το 1783 αμφισβήτησε ανοικτά την αφοσίωση και την εθνική τους νομιμοφροσύνη. Οι δυνάμεις ασφάλειας είναι πλειοψηφικά απόλυτα σουνιτικές και ως εκ τούτου σε περίπτωση βίαιης κλιμάκωσης της κατάστασης, ο ευδιάκριτος θρησκευτικός διαχωρισμός των δυνάμεων ασφάλειας με τους διαδηλωτές απορρίπτει την επανάληψη του σεναρίου που εκτυλίχθηκε στην Τυνησία και την Αίγυπτο όπου ο στρατός ταυτίστηκε με τις λαϊκές μάζες. Ετσι, το βασιλικό καθεστώς στο Μπαχρέιν βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί και επιχειρεί να κρατήσει τις εύθραυστες εσωτερικές ισορροπίες καθώς η οποιαδήποτε κλιμάκωση των λαϊκών διαδηλώσεων συνεπεία βίαιης καταστολής από τα σώματα ασφάλειας εκτιμάται ότι μπορεί να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε επανάσταση της σιιτικής πλειοψηφείας την οποία το Ιράν είναι προετοιμασμένο να υποστηρίξει ποικιλοτρόπως.


Το σενάριο της σιιτικής επανάστασης στο Μπαχρέιν απασχολεί σοβαρά και τη Σαουδική Αραβία η οποία συνιστά επίσης στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ και υποστηρίζει το γειτονικό σουνιτικό βασιλικό καθεστός καθώς το σιιτικό στοιχείο της χώρας προσομοιάζει με αυτό του Μπαχρέιν. Συγκεκριμένα, ο σιιτικός πληθυσμός της Σαουδικής Αραβίας φθάνει ποσοστό που αγγίζει το 10 με 15 τοις εκατό και υπόκειται σε κοινωνικο-οικονομική περιθωριοποίηση όπως οι σιίτες του Μπαχρέιν. Η μεγάλη μάλιστα πλειονότητα των Σαουδιτών σιιτών διαβιεί στην ανατολική επαρχία της χώρας η οποία είναι πλούσια σε πετρελαϊκά αποθέματα και διατηρούν στενούς πολιτιστικούς και ιστορικούς δεσμούς με τους σιίτες του Μπαχρέιν.


Σε κάθε περίπτωση, οι διαμορφούμενες εξελίξεις στο Μπαχρέιν εμπεριέχουν μεταβλητές του κοινωνικό-πολιτικού συστήματος οι οποίες συνδέονται άμεσα με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων ως εγγύηση της καθεστωτικής σταθερότητας, καθώς η απουσία μεταρρυθμιστικού έργου αναμένεται να δράσει χαοτικά τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο πλαίσιο της επίδρασης ντόμινο που βιώνει η περιοχή εκτρέποντας για μία ακόμη φορά το γεωπολιτικό εκκρεμές από τη θέση ισορροπίας του.


No comments: